Ανάσα για χρέη στην εφορία. Πλήρης Οδηγός ρύθμισης 120 δόσεων με τις νέες αλλαγές.

Θα ξεκινήσουμε από τη σημαντικότερη αλλαγή που περιλαμβάνει, σε σχέση με την αρχική του μορφή, η οποία δεν είναι άλλη από τον τρόπο χειρισμού των φορολογούμενων στους οποίους έχουν ήδη ληφθεί μέτρα από το ελληνικό δημόσιο. Ο νόμος αναφέρει στο άρθρο 2.8 ότι αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί εις χείρας τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις του οφειλέτη έναντι του τρίτου υπό την προϋπόθεση ότι η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά σε χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις του παρόντος και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμον, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτή αποδίδονται στο Δημόσιο. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται.

Με λίγα λόγια, όποιος φορολογούμενος κατά του οποίου έχουν ληφθεί ήδη μέτρα είσπραξης, εντάσσεται στη ρύθμιση του Ν. 4611/2019, γνωστή και ως ρύθμιση 120 δόσεων, δικαιούται αναστολή των μέτρων, εάν τα μέτρα έχουν ληφθεί για οφειλές που συμπεριλαμβάνονται στη ρύθμιση. Μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως όλοι καλά γνωρίζουμε, είναι η δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών, κατασχέσεις εις χείρας τρίτου, όπως για παράδειγμα είναι τα ενοίκια και μια σειρά μέτρων δεσμεύσεων περιουσιακών στοιχείων.

Βέβαια, η αναστολή των μέτρων παραμένει σε ισχύ όσο παραμένει και η ρύθμιση σε ισχύ, για αυτό στο σημείο αυτό θα υπενθυμίσουμε πότε χάνεται η ρύθμιση του Ν. 4611/2019:

  • Εάν δεν πληρωθούν δύο συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης. Να θυμίσουμε βέβαια ότι εάν χαθεί μία δόση, στην εκπρόθεσμη πληρωμή της θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η προσαύξηση του 2% επί του ποσού αυτής.
  • Εάν δεν υποβληθούν οι προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός τριών μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους. Εάν οι μη υποβληθείσες δηλώσεις έπρεπε να έχουν κατατεθεί στο παρελθόν, τότε θα πρέπει να ολοκληρωθούν εντός τριών μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής του φορολογούμενου στη ρύθμιση.
  • Εάν ο φορολογούμενος υποπέσει σε παραβάσεις των περιπτώσεων ι΄, ια΄, ιβ΄, ιε΄ ή ιστ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 54 ή της παραγράφου 1 του άρθρου 58Α του Ν. 4174/2013 καθ’ υποτροπή. Δίνεται «δικαίωμα» δηλαδή να υποπέσει μόνο μία φορά κατά τη διάρκεια της ρύθμισης στις αναφερόμενες από τον νόμο παραβάσεις. Στη δεύτερη διαπίστωση, χάνει τη ρύθμιση.
  • Εάν δεν εξοφλήσει ή ρυθμίσει με την πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων τις οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης, εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής. Εάν οι οφειλές προϋπάρχουν της αίτησης για ρύθμιση και δεν μπορούν να συμπεριληφθούν σε αυτή, θα πρέπει εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή να ρυθμιστούν ή να πληρωθούν.

Όπως παρατηρούμε, η παραμονή στη ρύθμιση των 120 δόσεων εξαρτάται και συνδέεται άμεσα με την πορεία των οφειλών από εδώ και στο εξής. Η ρύθμιση των 12 δόσεων που μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αξίζει να θυμίσουμε ότι χάνεται εάν χαθούν δύο δόσεις σε όλη τη διάρκεια της ρύθμισης. Δηλαδή, επιτρέπεται στον φορολογούμενο να χάσει μία μόνο δόση καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης, ενώ η χαμένη αυτή δόση επιβαρύνεται με προσαύξηση ύψους 15%.

Χάνοντας τη ρύθμιση των 12 δόσεων, ο φορολογούμενος δεν θα έχει τηρήσει την προϋπόθεση των δύο μηνών, άρα θα δίνεται δικαίωμα στους αρμοδίους να «ρίξουν» τη ρύθμιση των 120 δόσεων και μαζί με το χάσιμο αυτής να επαναφέρουν τις προσαυξήσεις που έχουν αφαιρεθεί, αλλά και το χειρότερο, ότι θα επανέλθουν τα μέτρα είσπραξης που είχαν ανασταλεί.

Για αυτό απαιτείται μεγάλη προσοχή από τους φορολογούμενους, αφενός να μπορούν να πληρώνουν εμπρόθεσμα τις υποχρεώσεις και τις ρυθμίσεις τους και αφετέρου να ελέγχουν το taxis μήπως έχει βεβαιωθεί κάποιο ποσό, όπως, για παράδειγμα, είναι το πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής κάποια δήλωσης (100 ευρώ) και δεν το καταλάβουν εγκαίρως κι έτσι χάσουν τις προθεσμίες πληρωμής των τρεχουσών οφειλών. Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να τονίσουμε στη φορολογική αρχή ότι θα έπρεπε να μεριμνήσει να στέλνει email στον φορολογούμενο όταν υπάρχουν βεβαιώσεις τέτοιων εκτάκτων ποσών, γιατί δεν είναι δυνατόν να μπαίνει ο καθένας καθημερινά στην εικόνα του στο taxis και να ελέγχει τις βεβαιωμένες οφειλές.

Οι υπόλοιπες αλλαγές είναι και αυτές θετικότερες για τους φορολογούμενους, αφού μπορεί να μειωθεί ακόμα περισσότερο το ποσό της ελάχιστης δόσης. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ν. 4621/2019, μειώνεται το ετήσιο επιτόκιο που επιβάλλεται στο ρυθμιζόμενο ποσό από το 5% στο 3%, καθώς επίσης και η ελάχιστη δόση στα 20 ευρώ από τα 30 ευρώ που ίσχυε μέχρι τώρα. Βέβαια τα εισοδηματικά κριτήρια που υπήρχαν για τον υπολογισμό της ελάχιστης δόσης εξακολουθούν να υπάρχουν κι έτσι η ελάχιστη δόση αυξάνεται για όποιον φορολογούμενο το 2017 είχε ετήσιο εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ. Εδώ βέβαια αξίζει να προτείνουμε ότι ίσως θα ήταν δικαιότερο για όποιον έχει υποβάλλει δήλωση για το 2018, να μπορεί να γίνει αναπροσαρμογή των κριτηρίων με τα νέα εισοδήματα της χρήσης 2018.

Επίσης, αλλάζει το τοπίο για τα νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού χαρακτήρα, αφού κι αυτά πλέον μπορούν να λάβουν έως 120 δόσεις για τις οφειλές τους, με μοναδική προϋπόθεση οι οφειλές να μην ξεπερνούν το 1 εκατ. ευρώ. Οι μειώσεις των προσαυξήσεων που εφαρμόζονται αναφέρονται στο άρθρο 2 του Ν.4621/2019.

Επιπλέον, σημαντικό θεωρείται το γεγονός ότι μπορούν να συμπεριληφθούν στη ρύθμιση οφειλές που βεβαιώνονται μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση και αφορούν υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων μέχρι και 31.12.2018, με μοναδική εξαίρεση τις οφειλές για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει μετά τις 31.12.2018. Με λίγα λόγια, για παράδειγμα, εάν έχει ξεχαστεί ένα ΦΠΑ του Β’ τριμήνου του 2017, αρχικά βεβαιώνεται μέσω της υποβολής της Περιοδικής Δήλωσης και στη συνέχεια ρυθμίζεται όταν θα είναι βεβαιωμένο. Μεγάλη προσοχή στο γεγονός ότι πρέπει να περάσει μία ημέρα για να εμφανιστεί το ποσό της δήλωσης στις βεβαιωμένες οφειλές. Οι μοναδικές οφειλές που δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να συμπεριληφθούν στην αίτηση, είναι αυτές που έχουν ήδη ρυθμιστεί με τη ρύθμιση των 100 δόσεων (Ν. 4305/2014 και Ν.4321/2015) και αυτή παραμένει σε ισχύ. Ακόμα κι εάν χαθεί, δεν θα μπορούν να ενταχθούν στις 120 δόσεις, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στον Ν. 4611/2019, γιατί οι ρυθμίσεις αυτές απωλέσθηκαν μετά τις 16/5/2019.

Τέλος, πλέον θα δίνεται κίνητρο σε όσους υποβάλλουν την αίτηση υπαγωγής, να πληρώσουν, εάν το επιθυμούν, ποσό προκαταβολής μεγαλύτερο της δόσης που επέλεξαν. Εάν ο οφειλέτης προκαταβάλει ποσό τουλάχιστον διπλάσιο της μηνιαίας δόσης του προγράμματος ρύθμισης που έχει επιλέξει, χορηγείται σε αυτόν ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Το ποσό της προκαταβολής θα πρέπει να δηλωθεί στην αίτηση και να πληρωθεί μαζί με την πρώτη δόση εντός 30 ημερών.

Θα πρέπει να τονίσουμε ότι όσοι έχουν ήδη μπει στη ρύθμιση των 120 δόσεων, μπορούν μέχρι τις 30/9 να κάνουν αίτηση αναπροσαρμογής με τα νέα δεδομένα, απλά θα πρέπει να περιμένουν μαζί με τους υπόλοιπους τις σχετικές διευκρινιστικές οδηγίες, οι οποίες θα πρέπει να εκδοθούν το συντομότερο δυνατόν.

Το ηλεκτρονικό σύστημα θα βγάζει αυτόματα τις δόσεις για τους οφειλέτες, οι οποίοι τρεις μέρες το αργότερο μετά την υποβολή της αίτησης θα πρέπει να πληρώσουν την πρώτη δόση. Όπως είπαμε παραπάνω, σε όσους οφειλέτες έχουν επιβληθεί αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, αυτά αίρονται, δηλαδή «ξεμπλοκάρουν» οι λογαριασμοί από την εφορία. Μάλιστα, εάν στους λογαριασμούς κατατεθούν χρήματα δεν θα κατάσχονται πλέον από το Δημόσιο όπως προέβλεπε η προηγούμενη ρύθμιση.

Προκειμένου να γίνει αντιληπτό το πώς θα λειτουργεί η νέα ρύθμιση παρατίθενται ερωτήσεις και απαντήσεις τόσο για τα φυσικά πρόσωπα όσο και για τις επιχειρήσεις

Φυσικά πρόσωπα

– Ποιοι μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση των 120 δόσεων για χρέη στην εφορία; 

– Η ρύθμιση αφορά μισθωτούς, συνταξιούχους, επιτηδευματίες που έκλεισαν τα μπλοκάκια τους, ανέργους, αγρότες ειδικού καθεστώτος και γενικώς όσοι εξαιρούνται από την υπαγωγή στον εξωδικαστικό μηχανισμό και δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα.

– Εκτός από τις παλιές οφειλές έχω και οφειλές του 2019. Αυτές θα ρυθμιστούν;

– Στη ρύθμιση των 120 δόσεων εντάσσονται μόνο οι παλιές οφειλές που δημιουργήθηκαν μέχρι τις 31/12/2018. Οι οφειλές του 2019 θα πρέπει να ενταχθούν στην πάγια ρύθμιση του υπουργείου Οικονομικών σε 12 δόσεις.

– Προβλέπονται εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια;

– Για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ οι φορολογούμενοι με οφειλές στην εφορία θα υπάγονται κατευθείαν στο καθεστώς των 120 δόσεων, χωρίς κριτήρια και ελάχιστη δόση 20 ευρώ. Μάλιστα όσοι εξ αυτών έχουν οφειλή που δεν ξεπερνά τις 3.000 ευρώ δεν θα υπάρξει επιβάρυνση τόκων με την υπαγωγή στη ρύθμιση. Για εισοδήματα άνω των 10.000 ευρώ εφαρμόζεται ένας προοδευτικός συντελεστής και θα υπολογίζεται ο αριθμός των δόσεων σε συνάρτηση με το χρέος του.

Ειδικότερα, για τμήμα εισοδήματος έως 10.000 ευρώ δεν προβλέπεται, όπως αναφέρθηκε συντελεστής. Για τμήμα εισοδήματος:

• Από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ συντελεστής 4%.

• Από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ συντελεστής 6%.

• Από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ συντελεστής 8%.

• Από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ συντελεστής 10%.

• Από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ συντελεστής 12%.

• Από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ συντελεστής 15%.

• Από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ συντελεστής 20%.

• Πάνω από 100.000 συντελεστής  25%.

Ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών του οφειλέτη, ως εξής: α) κατά μία μονάδα για ένα τέκνο, β) κατά δύο μονάδες για δύο τέκνα, γ) κατά τρεις μονάδες για τρία τέκνα και άνω.

– Οι δόσεις που θα πληρώνω είναι έντοκες;

– Ναι. Ωστόσο, το επιτόκιο μειώνεται από 5% (που ίσχυε με την προηγούμενη ρύθμιση) σε 3% και ισχύει για όλες τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από την ψήφιση του νόμου. Σημειώνεται ότι οφειλές έως 3.000 ευρώ για φορολογουμένους με ατομικό εισόδημα έως 10.000 ευρώ ρυθμίζονται άτοκα.

– Εχω ενταχθεί στη ρύθμιση των 120 δόσεων. Προκειμένου να επωφεληθώ της ελάχιστης δόσης των 20 ευρώ αλλά και του μειωμένου επιτοκίου θα πρέπει να υποβάλω νέα αίτηση;

– Οσοι επιθυμούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους καταβάλλοντας την κατώτατη δόση των 20 ευρώ, θα πρέπει να υποβάλουν νέα αίτηση στην ιστοσελίδα της aade.gr. Σε ό,τι αφορά το μειωμένο επιτόκιο πρόθεση είναι να εφαρμοστεί αυτόματα σε όλους όσους έχουν ενταχθεί στη ρύθμιση.

– Εχουν επιβληθεί αναγκαστικά μέτρα είσπραξης από την εφορία. Με την ένταξη στη ρύθμιση θα αποδεσμευθούν οι λογαριασμοί;

– Ναι. Οι λογαριασμοί αποδεσμεύονται.

Επιχειρήσεις

Ευνοϊκά κίνητρα για τις επιχειρήσεις που χρωστούν στο ελληνικό Δημόσιο προβλέπει η ρύθμιση για τις 120 δόσεις. Μάλιστα, ο νόμος παρέχει περισσότερα κίνητρα στους φορολογουμένους που θα αποπληρώσουν τις οφειλές τους προς την εφορία σε λιγότερες δόσεις. Με τη ρύθμιση των 120 δόσεων οι επιχειρήσεις με βασική οφειλή έως 1 εκατ. ευρώ θα έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίσουν, χωρίς κριτήριο τζίρου, τις οφειλές τους σε έως 120 δόσεις. Ωστόσο, όσες επιχειρήσεις αποφασίσουν να πληρώσουν το χρέος τους σε λιγότερες δόσεις θα έχουν μεγαλύτερη έκπτωση στις προσαυξήσεις και στους τόκους. Ταυτόχρονα, προβλέπεται μπόνους προκαταβολής. Δηλαδή, οι επιχειρήσεις που θα προκαταβάλουν ποσό τουλάχιστον διπλάσιο της μηνιαίας δόσης, θα έχουν ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων.

– Οι οφειλές μου προς το Δημόσιο ανέρχονται σε 1.200.000 ευρώ. Από αυτά οι 900.000 είναι η βασική οφειλή και τα υπόλοιπα προσαυξήσεις. Μπορώ να ενταχθώ στη ρύθμιση;

– Ναι, καθώς η ρύθμιση προβλέπει ότι μπορούν να ενταχθούν όσοι έχουν βασική οφειλή έως 1.000.000 ευρώ.

– Αν πληρώσω εφάπαξ το χρέος τι θα γλιτώσω από προσαυξήσεις;

Σύμφωνα με το άρθρο 2 της ρύθμισης:

1. Οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολική υποχρεωτικά υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή έως 1 εκατ. ευρώ, χορηγείται αποκλειστικά δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και 120 δόσεις υπό τον περιορισμό της ελάχιστης δόσης με απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση ως ακολούθως:

  • 100% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ
  • 95% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 2 έως 4 μηνιαίες δόσεις
  • 85% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 5 έως 12 μηνιαίες δόσεις
  • 80% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 13 έως 24 μηνιαίες δόσεις
  • 75% εάν η οφειλή εξοφληθεί σε 25 έως 36 μηνιαίες δόσεις.
  • 45% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 37 έως 48 μηνιαίες δόσεις
  • 30% εφόσον η οφειλή εξοφλείται σε 49 έως 60 δόσεις
  • 20% για 61 έως 72 μηνιαίες δόσεις
  • 10% εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 97 έως 120 δόσεις.

Στα παραπάνω ποσοστά συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό 10% που προβλέπεται κατά την ένταξη στη ρύθμιση.

2. Σε περίπτωση που οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στο αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνονται.

3. Το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης ορίζεται σε 20 ευρώ από 30 ευρώ.

4. Εφόσον ο οφειλέτης προκαταβάλει ποσό τουλάχιστον διπλάσιο της μηνιαίας δόσης του προγράμματος ρύθμισης που έχει επιλέξει, χορηγείται σε αυτόν ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Το ποσό της προκαταβολής δηλώνεται από τον οφειλέτη κατά την υποβολή του αιτήματος υπαγωγής στη ρύθμιση και καταβάλλεται εντός τριών εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης. Οι δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.

5. Το επιτόκιο μειώνεται από 5% σε 3% και ισχύει για όλες τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από την ψήφιση του νόμου.

6. Ρυθμίζονται και οφειλές που βεβαιώνονται μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής σε ρύθμιση και αφορούν σε υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων μέχρι και 31.12.2018, εξαιρούμενων των οφειλών για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει μετά τις 31.12.2018.

– Ποια είναι η ελάχιστη δόση που μπορώ να δώσω στην εφορία;

– Η ελάχιστη μηνιαία δόση ανέρχεται στο ποσό των 20 ευρώ.

– Με τι επιτόκιο θα επιβαρυνθώ;

– Το επιτόκιο ανέρχεται στο 3% από 5% (που προέβλεπε η προηγούμενη ρύθμιση) και ισχύει για όλες τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του νόμου.

– Είχα ενταχθεί στην παλαιά ρύθμιση των 120 δόσεων. Μπορώ να ενταχθώ στην καινούργια;

– Οσοι έχουν ήδη ενταχθεί στη ρύθμιση έχουν τη δυνατότητα να μεταπηδήσουν στη νέα βελτιωμένη ρύθμιση.

– Χρωστάω στο ελληνικό Δημόσιο ποσό ύψους 50.000 ευρώ. Σε πόσες δόσεις μπορώ να αποπληρώσω το χρέος μου;

– Η επιλογή είναι δικής σας, με την προϋπόθεση ότι η ελάχιστη δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 20 ευρώ. Για παράδειγμα, εάν αποφασίσετε να αποπληρώσετε το χρέος σας σε 120 δόσεις θα καταβάλλετε μηνιαίως το ποσό των 416 ευρώ, χωρίς να συνυπολογίζεται το ετήσιο επιτόκιο. Η έκπτωση στις προσαυξήσεις μειώνεται κατά 10%.